pulse code modulation abbr. | |
commun. el. | κανάλι ήχου παλμοκωδικής διαμόρφωσης |
IT | παλμοκωδική διαμόρφωση; διαμόρφωση κωδικοποιημένων παλμών; κωδική παλμοδιαμόρφωση |
trunk line abbr. | |
transp. | κεντρική απόσταση; κεντρική γραμμή |
pulse-code-modulation : 19 phrases in 2 subjects |
Communications | 9 |
Electronics | 10 |