proper | |
gen. | κατάλληλη; κατάλληλο; κατάλληλος |
implementation | |
gen. | απολογισμός εφαρμογής |
commun. IT energ.ind. | μεταφορά σε εθνικό επίπεδο; μεταφορά σε εθνικό επίπεδο ενός ευρωπαϊκού προτύπου |
environ. | Εφαρμογή |
IT | υλοποίηση; υλοποίηση ενός συστήματος |
of | |
gen. | από |
payment | |
econ. | πληρωμή |
fin. | πράξεις πληρωμής; διακανονισμός αξίας; εξόφληση; καταβολή |
fin. econ. | πληρωμή των δαπανών |
| |||
κατάλληλη; κατάλληλο; κατάλληλος |
proper : 75 phrases in 17 subjects |