programmable read only memory abbr. | |
IT | μνήμη μόνο ανάγνωσης, προγραμματιζόμενη, μη διαγράψιμη |
programmable read-only memory abbr. | |
IT | προγραμματιζόμενη μνήμη απλής ανάγνωσης |
monitor abbr. | |
gen. | παρακολουθώ |
earth.sc. | ανιχνευτής επιτηρήσεως; σύστημα παρακολούθησης |
IT | monitor,συσκευή εποπτείας |
mater.sc. | κανονάκι; σταθερός πυροσβεστικός αυλός |
med. | μόνιτορ; παρακολουθώ παρακολούθησα; ελέγχω έλεγξα; οθόνη |
| |||
προγραμματιζόμενη μνήμη απλής ανάγνωσης δυνάμενη να σβηστεί με υπεριώδεις ακτίνες | |||
προγραμματιζόμενη-Mνήμη-Mονο-Διαβάσματος | |||
| |||
μνήμη μόνο ανάγνωσης, προγραμματιζόμενη, μη διαγράψιμη | |||
English thesaurus | |||
| |||
PROM | |||
PROM (ROM, IC) |
programmable read only memory : 12 phrases in 2 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 11 |