priorities | |
gen. | άξονες προτεραιότητας |
priority | |
agric. | άξονας προτεραιότητας |
commun. patents. nucl.phys. | δικαίωμα προτεραιότητας |
commun. transp. | βαθμός προτεραιότητας |
technology | |
ed. earth.sc. | εκπαίδευση σε θέματα τεχνολογίας |
environ. | τεχνολογία |
med. | τεχνολογία |
project | |
construct. | έργο υδροηλεκτρικής ανάπτυξης |
el. construct. | σχεδιασμός |
environ. | σχέδιο; έργο; σχέδιο; σχέδιο/έργο |
IT dat.proc. | πρόγραμμα |
mater.sc. | έργο; προεξέχω |
| |||
άξονας προτεραιότητας | |||
δικαίωμα προτεραιότητας | |||
βαθμός προτεραιότητας | |||
προτεραιότητα f | |||
| |||
άξονες προτεραιότητας | |||
English thesaurus | |||
| |||
prior | |||
pry | |||
pri. | |||
pri; prity; prty |
priority : 161 phrases in 26 subjects |