parallel columns | |
IT dat.proc. | παράλληλες στήλες; αντικρυστές στήλες; διπλανές στήλες |
with | |
gen. | με |
block | |
gen. | δωμάτια που έχουν κρατηθεί για ένα γκρουπ |
construct. | σειρές ομοιόμορφων σπιτιών ενωμένων μεταξύ τους; οικοδομικό τετράγωνο |
fin. lab.law. | δεσμεύω |
industr. construct. met. | μπλόκο σχηματοδότησης; κεφαλή αδαμαντοφόρου κόφτη; κόφτης με διαμάντι ή ροδέλλα; μπλόκ γυαλιού |
stat. | τμήμα |
blocks | |
gen. | ογκόλιθοι διασκορπισμού ενεργείας |
protect | |
comp., MS | προστατεύω; προστασία |
| |||
παράλληλες στήλες; αντικρυστές στήλες; διπλανές στήλες |
parallel : 7 phrases in 4 subjects |
Commerce | 1 |
Electronics | 1 |
Mechanic engineering | 2 |
Transport | 3 |