![]() |
parallel | |
一般 | παράλληλη; παράλληλο |
医疗的 | παράλληλος |
binary coded decimal | |
信息技术 | κωδικοποιημένος δεκαδικός συμβολισμός; δυαδικά κωδικοποιημένος δεκαδικός; δυαδικά κωδικοποιημένος δεκαδικός συμβολισμός |
| |||
παράλληλος m | |||
| |||
παραλληλισμός | |||
| |||
παράλληλη; παράλληλο | |||
英语 词库 | |||
| |||
par | |||
| |||
P |
parallel : 7 短语, 4 学科 |
商业 | 1 | 电子产品 | 1 | ||
机械工程 | 2 | 运输 | 3 |