overhead | |
chem. | προϊόν κορυφής |
commun. IT | επίφορτος |
comp., MS | επιβάρυνση |
industr. construct. mech.eng. | άνω λεπίς |
IT | επιβλέπον σύστημα |
tech. chem. | πρoiόv κoρυφής απόσταξης |
transp. avia. | άνωθεν κεφαλής |
overheads | |
construct. | οργανικά έξοδα |
fin. | έμμεσες δαπάνες |
fin. agric. | δαπάνες εκμετάλλευσης |
allocation | |
account. | καταλογισμός; προσδιορισμός |
environ. | κατανομή; διανομή; εκχώρηση; επίδομα; καταλογισμός |
insur. PR | αποζημίωση; επίδομα; επιχορήγηση |
| |||
προϊόν κορυφής | |||
επίφορτος | |||
επιβάρυνση f (Work or information that provides support - possibly critical support-for a computing process but is not an intrinsic part of the operation or data. Overhead often adds to processing time but is generally necessary) | |||
άνω λεπίς | |||
επιβλέπον σύστημα | |||
πρoiόv κoρυφής απόσταξης | |||
άνωθεν κεφαλής υπερυψωμένο | |||
| |||
οργανικά έξοδα | |||
έμμεσες δαπάνες | |||
δαπάνες εκμετάλλευσης | |||
έμμεσα έξοδα | |||
| |||
κοινωφελείς δαπάνες |
overhead : 204 phrases in 24 subjects |