overcurrent | |
gen. | υπερένταση |
detection | |
el. | φώραση; αποδιαμόρφωση |
environ. | ανίχνευση; εντοπισμός; φώραση; ανίχνευση/εντοπισμός/φώραση |
| |||
υπερένταση | |||
υπέρβαση της έντασης του ηλεκτρικού ρεύματος |
overcurrent : 17 phrases in 2 subjects |
Earth sciences | 1 |
Electronics | 16 |