optoelectronic | |
commun. tech. R&D. | oπτoηλεκτρovικός |
array | |
gen. | παράταξη |
comp., MS | πίνακας |
el. | διάταξη κεραιών; κατευθυντική κεραιοστοιχία; κεραιοστοιχία; στοιχειοκεραία |
IT | μήτρα |
math. | συστοιχία; διατεταγμένης σειράς |
| |||
oπτoηλεκτρovικός m | |||
οπτοηλεκτρονικός m |
optoelectronic : 33 phrases in 2 subjects |
Electronics | 25 |
Information technology | 8 |