| |||
επιχείρηση | |||
επιχειρηματίας | |||
τηλεφωνήτρια; τηλεφωνητής; χειρίστρια | |||
τελεστής (A sign or symbol that specifies the type of calculation to perform within an expression. There are mathematical, comparison, logical, and reference operators) | |||
φορέας λειτουργίας | |||
χρηματιστής; δικαιούχοι και φορείς | |||
τελεστής ή εκτελεστής | |||
υπεύθυνος επιχείρησης | |||
τελεστής | |||
χειριστής; γονίδιο χειριστής | |||
αερομεταφορέας; εκμεταλλευόμενος; φορέας εκμετάλλευσης; εκμεταλλευόμενος αερομεταφορέας | |||
| |||
μεταποιητές | |||
| |||
Χειριστές | |||
English thesaurus | |||
| |||
o | |||
op; oper; opr; or |
operator : 568 phrases in 39 subjects |