operating voltage | |
el. | τάση λειτουργίας; τάση ενεργοποίησης προς λειτουργία |
indicator | |
gen. | δείκτης; όργανο ένδειξης |
el. | φλας; φωτεινός δείκτης πορείας |
environ. | δείκτης |
mech.eng. | ενδεικτικό |
met. | εντοπιστής πυρήνα |
transp. el. | δείκτης οπτικός; οπτικό σήμα |
| |||
τάση λειτουργίας; τάση ενεργοποίησης προς λειτουργία | |||
τάση χειρισμού |
operating voltage : 5 phrases in 2 subjects |
Electronics | 3 |
Environment | 2 |