open-loop control abbr. | |
IT | έλεγχος ανοικτού βρόγχου |
System abbr. | |
comp., MS | Σύστημα |
system abbr. | |
gen. | πλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου; πλήρες υδραυλικό σύστημα ελέγχου |
comp., MS | σύστημα |
earth.sc. mech.eng. | θερμοδυναμικό σύστημα |
el. | ηλεκτρικό δίκτυο |
industr. | δίκτυο; σύμπλεγμα |
IT | δημιουργία συστήματος |
| |||
έλεγχος ανοικτού βρόγχου |
open-loop control : 3 phrases in 2 subjects |
Information technology | 2 |
Mechanic engineering | 1 |