numerically controlled machine tool abbr. | |
IT tech. R&D. | μηχανή-εργαλείο με αριθμητικό έλεγχο |
operator abbr. | |
commer. | επιχείρηση |
commer. fin. | επιχειρηματίας |
commun. | τηλεφωνήτρια; τηλεφωνητής; χειρίστρια |
fin. | χρηματιστής; δικαιούχοι και φορείς |
IT tech. | τελεστής |
med. | χειριστής |
transp. avia. | αερομεταφορέας |
| |||
μηχανή-εργαλείο με αριθμητικό έλεγχο |
numerically controlled machine tool : 1 phrase in 1 subject |
Labor law | 1 |