noise control | |
environ. | περιορισμός του θορύβου; περιορισμός; περιορισμός του θορύβου |
source | |
comp., MS | προέλευση |
environ. | πηγή εκπομπής |
environ. chem. | ρυπογόνος ουσία |
immigr. | τόπος ανεύρεσης |
med. | αρχή; πηγή; προέλευση |
| |||
περιορισμός έλεγχος του θορύβου; περιορισμός έλεγχος του θορύβου | |||
| |||
περιορισμός έλεγχος του θορύβου |
noise control : 10 phrases in 3 subjects |
Earth sciences | 2 |
Environment | 4 |
Health care | 4 |