microcircuit | |
IT el. | ολοκληρωμένο κύκλωμα |
interconnection | |
commun. | διαλειτουργία; διασυνεργασία |
earth.sc. el. | ενδοσύνδεση; σύζευξη |
el. | διασύνδεση; αλληλοσύνδεση |
energ.ind. | ενεργειακή διασύνδεση |
IT | δισταθής οπτική μονάδα; ενδοσύνδεση τσιπ |
law | διασύνδεση εθνικών δικαίων και κοινοτικού δικαίου |
| |||
ολοκληρωμένο κύκλωμα | |||
English thesaurus | |||
| |||
mc |
microcircuit : 10 phrases in 2 subjects |
Electronics | 5 |
Information technology | 5 |