series | |
commun. | συλλογή |
el. | σύνδεση εν σειρά; σύνδεση σε σειρά |
fin. econ. | αριθμός σειράς |
IT el. | κύκλωμα σε σειρά |
math. | σειρά; στατιστικές σειρές |
stat. | κατηγορία |
distribution | |
agric. | διασκορπισμός |
commun. | διάλυσις; τοποθέτηση στην κάσσα στοιχείων |
construct. | χωρική κατανομή |
fin. account. | διανομή μερισμάτων |
IT | εφαρμογή διανομής; συσσωρευτική κατανομή πιθανότητας |
med. | κατανομή; διανομή |
stat. market. | διάθεση |
English thesaurus | |||
| |||
log |
logarithmic : 55 phrases in 15 subjects |