instruction | |
gen. | τμήμα ελέγχου |
fin. IT | οδηγία |
IT tech. | εντολή |
med. | οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν |
set | |
agric. | φυτό; προοπτικές συγκομιδής |
fish.farm. | καλάδα; ψαριά |
industr. construct. | διαμορφωτικό σφυρί; στήσιμο |
IT | θέτω |
mech.eng. | συσκευή |
med. | πλαστική παραμόρφωσις |
transp. construct. | διείσδυση ανά κύκλο κτυπημάτων |
| |||
τμήμα ελέγχου | |||
οδηγία | |||
εντολή | |||
οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν | |||
| |||
κατευθυντήριες οδηγίες | |||
English thesaurus | |||
| |||
instn | |||
inst; instr | |||
| |||
instr. | |||
The explanation of constitutional rights given by a judge to a defendant |
instruction : 298 phrases in 31 subjects |