instruction | |
gen. | τμήμα ελέγχου |
fin. IT | οδηγία |
IT tech. | εντολή |
med. | οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν |
sequence | |
comp., MS | ακολουθία |
IT tech. | τάξη; σχηματίζω ακολουθία; ταξινομημένη ακολουθία |
life.sc. | αλληλουχία νουκλεοτιδίων |
med. | αλληλουχία; ακολουθία; σειρά; προσδιορίζω αλληλουχία προσδιόρισα |
sequencing | |
chem. | αλυσιδωτή διαδικασία |
| |||
τμήμα ελέγχου | |||
οδηγία | |||
εντολή | |||
οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν | |||
| |||
κατευθυντήριες οδηγίες | |||
English thesaurus | |||
| |||
instn | |||
inst; instr | |||
| |||
instr. | |||
The explanation of constitutional rights given by a judge to a defendant |
instruction : 298 phrases in 31 subjects |