insertion | |
gen. | καταχώρηση; καταχώριση |
sequence | |
comp., MS | ακολουθία |
IT tech. | τάξη; σχηματίζω ακολουθία; ταξινομημένη ακολουθία |
life.sc. | αλληλουχία νουκλεοτιδίων |
med. | αλληλουχία; ακολουθία; σειρά; προσδιορίζω αλληλουχία προσδιόρισα |
sequencing | |
chem. | αλυσιδωτή διαδικασία |
| |||
καταχώρηση; καταχώριση | |||
ένθεση; κατάφυση; εισαγωγή; προσθήκη | |||
English thesaurus | |||
| |||
insrt |
insertion : 83 phrases in 18 subjects |