identifier | |
commun. | ταυτότητα; αναγνωριστική μονάδα |
commun. IT | αναγνωριστικό ' αναγνωριστής |
comp., MS | αναγνωριστικό |
IT | αναγνωριστικό; κλειδί; αναγνωριστής |
work.fl. | ταυτιστής |
work.fl. gen. | προσδιορισμός; προσδιοριστής |
of | |
gen. | από |
authentication key | |
fin. IT | κλείδα επαληθεύσεως; κλειδάριθμος επαληθεύσεως |
| |||
ταυτότητα f; αναγνωριστική μονάδα; κώδικας ταυτότητας | |||
αναγνωριστικό ταυτότητας' αναγνωριστής | |||
αναγνωριστικό m (Any text string used as a label, such as the name of a procedure or a variable in a program or the name attached to a hard disk or floppy disk) | |||
αναγνωριστικό m; κλειδί; αναγνωριστής m | |||
ταυτιστής; προσδιορισμός m; προσδιοριστής | |||
αναγνωριστικό ταυτότητας | |||
English thesaurus | |||
| |||
identificator (Artjaazz) | |||
id |
identifier : 160 phrases in 16 subjects |