hospital | |
environ. | νοσοκομείο |
med. | στρατιωτικό νοσοκομείο; νοσοκομείο; πανεπιστημιακή κλινική |
Documentation system | |
gen. | Σύστημα τεκμηρίωσης |
| |||
στρατιωτικό νοσοκομείο; νοσοκομείο n; πανεπιστημιακή κλινική | |||
| |||
νοσοκομείο n | |||
| |||
εξοπλισμός νοσοκομείου | |||
English thesaurus | |||
| |||
hos; hosp; hp |
hospital : 203 phrases in 14 subjects |