geographical | |
gen. | γεωγραφική; γεωγραφικό |
integration | |
gen. | ένταξη |
IT | ολοκλήρωση; ολοκλήρωση συστήματος |
of | |
gen. | από |
the | |
gen. | ή |
Community | |
comp., MS | Κοινότητα |
community | |
comp., MS | κοινότητα |
environ. | Κοινότητα |
health. | κοινότης |
life.sc. environ. nat.res. | οικολογική κοινότητα; βιοκοινότητα; βιοκοινωνία; βιολογική κοινωνία; βιοτική κοινότητα; κοινότητα ειδών |
| |||
γεωγραφική; γεωγραφικό | |||
γεωγραφικός | |||
English thesaurus | |||
| |||
geog |
geographical : 121 phrases in 24 subjects |