generate | |
gen. | παράγω |
attribute | |
commun. | χαρακτηριστικό γνώρισμα |
commun. agric. food.ind. | ιδιοχαρακτηριστικό; χαρακτηριστικό γνώρισμα |
comp., MS | χαρακτηριστικό; χαρακτηριστικό |
dat.proc. | Χαρακτηριστικό στοιχείο; ιδιοχαρακτηριστικό στοιχείου |
IT | ιδιοχαρακτηριστικό |
pharma. environ. | ιδιότητα |
stat. | χαρακτηριστικό |
stat. tech. | ιδιότης |
| |||
παράγω |
generated : 112 phrases in 23 subjects |