functional abbr. | |
gen. | λειτουργική; λειτουργικό |
decomposition abbr. | |
environ. | αποσύνθεση; διάσπαση; αποσύνθεση/διάσπαση |
math. | ανάλυση |
med. | αποικοδόμηση; αποσύνθεση; διάσπαση |
| |||
λειτουργική; λειτουργικό | |||
λειτουργικός; συναρτησιακός |
functional : 227 phrases in 28 subjects |