flip-flop | |
el. | δισταθής πολυδονητής; δισταθερός; δισταθής |
fin. | φλιπ-φλοπ |
IT | δισταθές κύκλωμα; δισταθές κυκλωμα' φλιπ-φλοπ |
command | |
gen. | διοίκηση; προστάζω; κυριαρχώ |
commun. | εντολή τηλεχειρισμού |
comp., MS | εντολή |
earth.sc. construct. | φορτίον υδροληψίας |
| |||
δισταθής πολυδονητής; δισταθερός m; δισταθής | |||
φλιπ-φλοπ n | |||
δισταθές κύκλωμα; δισταθές κυκλωμα' φλιπ-φλοπ | |||
εγκάρσια διάχυση; κίνηση flip-flop; διατέμνουσα διάχυση | |||
English thesaurus | |||
| |||
flip-flop |
flip-flop : 57 phrases in 3 subjects |
Electronics | 36 |
General | 4 |
Information technology | 17 |