fixed asset | |
fin. | ακινητοποιημένο ενεργητικό; πάγιο ενεργητικό |
market. | ενσώματη ακινητοποίηση |
fixed assets | |
account. | πάγια περιουσιακά στοιχεία; πάγια στοιχεία του ενεργητικού; πάγια στοιχεία; πάγιο κεφάλαιο; πάγιο ενεργητικό |
in progress | |
comp., MS | σε εξέλιξη |
| |||
πάγια περιουσιακά στοιχεία; πάγια στοιχεία του ενεργητικού; πάγια στοιχεία; πάγιο κεφάλαιο; πάγιο ενεργητικό | |||
πάγιο κεφάλαιο; πάγιες εγκαταστάσει; πάγιο ενεργητικό | |||
| |||
ακινητοποιημένο ενεργητικό; πάγιο ενεργητικό | |||
ενσώματη ακινητοποίηση | |||
English thesaurus | |||
| |||
property, plant and equipment (BrE monte_christo) | |||
| |||
FA (Alex Lilo) |
fixed assets : 59 phrases in 7 subjects |
Accounting | 14 |
Business | 1 |
Economics | 5 |
Finances | 5 |
Law | 5 |
Marketing | 24 |
Statistics | 5 |