gen. | αποστέλλω μήνυμα ηλ. ταχυδρομείου |
commun. | σύστημα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου; ηλεκτρονικό ταχυδρομείο |
commun. IT tech. | ηλεκτρονικό ταχυδρομείο' E-mail |
server | |
comp., MS | διακομιστής |
| |||
αποστέλλω μήνυμα ηλ. ταχυδρομείου | |||
σύστημα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου; ηλεκτρονικό ταχυδρομείο | |||
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο' E-mail | |||
| |||
αποστέλω μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (To transmit a message or file through a communications channel) | |||
English thesaurus | |||
| |||
electronic mail | |||
| |||
Electricity Meter And Allied Industries Limited |
email : 8 phrases in 3 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 1 |
Microsoft | 6 |