dynamic | |
gen. | δυναμική |
IT | δυναμικός |
IT tech. | δυναμικό |
dynamics | |
commun. | δυναμική |
fin. IT | δυναμική εγγράφου |
mech.eng. | εξαρτήματα δυναμικών καταπονήσεων |
trough | |
agric. | ποτίστρα |
food.ind. | δοχείο πιεστηρίου |
industr. construct. | ταίστρα ζώου; κοίλωμα; σέσουλα |
industr. construct. met. | οδηγός στάγματος; απαγωγός; αυλάκι; ποδιά μηχανής κυλινδρισμού γυαλιού |
life.sc. | γραμμή αποροής |
| |||
δυναμική f | |||
δυναμικός | |||
δυναμικό n | |||
| |||
δυναμική εγγράφου | |||
εξαρτήματα δυναμικών καταπονήσεων | |||
δυναμική f | |||
| |||
δυναμική εγγράφου | |||
English thesaurus | |||
| |||
dyn | |||
dyn. | |||
| |||
D |
dynamic : 418 phrases in 35 subjects |