discrete | |
med. | διακεκριμένος |
device | |
gen. | διάταξη; εξοπλισμός; διαγνωστικό προϊόν' μηχανισμός σήμανσης |
commun. R&D. nucl.phys. | διάταξη' συσκευή |
comp., MS | συσκευή; συσκευή |
| |||
διακεκριμένος | |||
ασυνεχής,διακριτός |
discrete : 74 phrases in 15 subjects |