digital | |
gen. | ψηφιακή; ψηφιακό |
comp., MS | ψηφιακός |
IT | ψηφιακός |
IT tech. | αριθμητικός |
instrumentation | |
comp., MS | τοποθέτηση οργάνων μέτρησης |
environ. | ενοργάνιση/σύστημα οργάνων/συσκευές/οργανολογία; σύστημα οργάνων |
IT | ενοργάνωση |
data recorder | |
el. | καταγραφέας δεδομένων |
| |||
ψηφιακή; ψηφιακό | |||
ψηφιακός (In computing, a characteristic of data that is represented as binary digits (zeros and ones)) | |||
ψηφιακός | |||
αριθμητικός | |||
δακτυλικός | |||
English thesaurus | |||
| |||
d | |||
dig; digi; digtl |
digital : 949 phrases in 31 subjects |