developer | |
commun. IT | αναπτύσσων; σχεδιαστής |
comp., MS | προγραμματιστής |
construct. mun.plan. | εργολάβος κατασκευών; εταιρεία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων; κατασκευαστής ακινήτων; κατασκευαστική εταιρεία |
cultur. | εμφανιστής; προϊόν εμφάνισης; διάταξη εμφάνισης |
AND | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
vendor | |
comp., MS | προμηθευτής |
of | |
gen. | από |
application | |
gen. | αίτηση |
comp., MS | εφαρμογή |
fin. | εφαρμογή |
IT | πρόγραμμα εφαρμογής |
med. | χορήγηση |
polit. law | αίτημα; έγγραφη προσφυγή' αίτηση |
transp. | εφαρμογή φρένων; πέδηση |
| |||
παράγοντας ανάπτυξης | |||
αναπτύσσων f; σχεδιαστής | |||
προγραμματιστής (An individual who designs and develops software) | |||
εργολάβος κατασκευών; εταιρεία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων; κατασκευαστής ακινήτων; κατασκευαστική εταιρεία | |||
εμφανιστής m; προϊόν εμφάνισης; διάταξη εμφάνισης | |||
αναπτυξιακός φορέας | |||
κύριος του έργου | |||
English thesaurus | |||
| |||
dev |
developer : 37 phrases in 13 subjects |
Agriculture | 1 |
Chemistry | 1 |
Communications | 3 |
Cultural studies | 10 |
Economics | 1 |
Environment | 3 |
General | 1 |
Information technology | 1 |
Labor law | 3 |
Marketing | 2 |
Medical | 1 |
Microsoft | 9 |
Technology | 1 |