Destinations abbr. | |
comp., MS | Προορισμοί |
destination abbr. | |
comp., MS | προορισμός |
code abbr. | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
routing abbr. | |
commun. | οδός διαβίβασης; δρομολόγηση κίνησης |
comp., MS | δρομολόγηση |
earth.sc. life.sc. | υπολογισμός διαδόσεως πλημμυρικού κύματος |
el. | δρομοθέτηση; διάνοιξη διαδρομής; όδευση |
industr. construct. | βαθεία άροσις |
| |||
προορισμός m (The location (drive, folder, or directory) to which a file is copied or moved) | |||
προορισμός m; τόπος προορισμού | |||
| |||
Προορισμοί (A feature of the Bing Travel app that highlights world travel destinations) | |||
English thesaurus | |||
| |||
dst (rustahm) | |||
dest; destn; dstn |
destination : 163 phrases in 20 subjects |