data processing abbr. | |
gen. | πληροφορική |
econ. | επεξεργασία δεδομένων |
environ. | επεξεργασία δεδομένων |
IT | επεξεργασία δεδομένων |
machine abbr. | |
forestr. | μηχάνημα |
mech.eng. | ανυψωτικός μηχανισμός ανελκυστήρα; επεξεργάζομαι; κατεργάζομαι μηχανικά; μετασκευάζω |
machining abbr. | |
chem. | βιομηχανική κατεργασία |
commun. | εκτύπωση; τράβηγμα; τύπωμα |
| |||
πληροφορική | |||
επεξεργασία δεδομένων | |||
ηλεκτρονική επεξεργασία δεδομένων | |||
επεξεργασία πληρoφoριώv; επεξεργασία πληροφοριών | |||
| |||
επεξεργασία δεδομένων |
data processing : 126 phrases in 18 subjects |