control element assembly | |
gen. | δέσμη ράβδων ρυθμίσεως; συγκρότημα στοιχείων ελέγχου και ρυθμίσεως |
deviation | |
mater.sc. | διαφορά |
math. | αποκλίνουν |
med. | εκτροπή; απόκλιση |
social.sc. | παρέκκλιση |
stat. | συστηματική απόκλιση; συστηματική μεταβολή; απόκλισις |
stat. fin. | διακύμανση |
transp. | διαδρομή με παράκαμψη |
| |||
δέσμη ράβδων ρυθμίσεως; συγκρότημα στοιχείων ελέγχου και ρυθμίσεως |
control element assembly : 5 phrases in 2 subjects |
General | 4 |
Mechanic engineering | 1 |