continuous | |
gen. | συνεχές |
econ. met. | συνεχής |
calibration | |
comp., MS | μικρορύθμιση |
environ. | βαθμονόμηση |
math. | βαθμονόμησης |
med. | βαθμονόμηση |
stat. environ. | βαθμονόμηση προτύπου |
tech. | βαθμολόγηση; διαβάθμιση; διαβάθμισις; καλιμπράρισμα |
| |||
συνεχές | |||
συνεχής | |||
επίμονος (continuus) |
continuous : 655 phrases in 45 subjects |