continuous abbr. | |
gen. | συνεχές |
econ. met. | συνεχής |
distribution abbr. | |
agric. | διασκορπισμός |
commun. | διάλυσις; τοποθέτηση στην κάσσα στοιχείων |
construct. | χωρική κατανομή |
fin. account. | διανομή μερισμάτων |
IT | εφαρμογή διανομής; συσσωρευτική κατανομή πιθανότητας |
med. | κατανομή; διανομή |
stat. market. | διάθεση |
| |||
συνεχές | |||
συνεχής | |||
επίμονος (continuus) |
continuous : 655 phrases in 45 subjects |