Conservatives | |
gen. | Συντηρητικό και Ενωτικό Κόμμα |
sorting | |
agric. industr. | γυάλισμα καλύμματος |
comp., MS | ταξινόμηση; ταξινόμηση |
environ. | διαχωρισμός |
industr. construct. | διαλέγω |
med. | διαλογή πρωτεϊνών; πρωτεϊνική ταξινόμηση; επιλογή; ταξινόμηση; διαλογή |
| |||
Συντηρητικό και Ενωτικό Κόμμα | |||
| |||
συντηρητική; συντηρητικό; συντηρητικός |
conservative : 27 phrases in 8 subjects |
Agriculture | 2 |
Economics | 1 |
Environment | 4 |
Finances | 1 |
General | 6 |
Medical | 10 |
Politics | 1 |
Statistics | 2 |