complementary abbr. | |
gen. | συμπληρωματική; συμπληρωματικό |
operator abbr. | |
commer. | επιχείρηση |
commer. fin. | επιχειρηματίας |
commun. | τηλεφωνήτρια; τηλεφωνητής; χειρίστρια |
fin. | χρηματιστής; δικαιούχοι και φορείς |
IT tech. | τελεστής |
med. | χειριστής |
transp. avia. | αερομεταφορέας |
| |||
συμπληρωματική; συμπληρωματικό | |||
συμπληρωματικός |
complementary : 94 phrases in 28 subjects |