complementary | |
gen. | συμπληρωματική; συμπληρωματικό |
application | |
gen. | αίτηση |
comp., MS | εφαρμογή |
fin. | εφαρμογή |
IT | πρόγραμμα εφαρμογής |
med. | χορήγηση |
polit. law | αίτημα; έγγραφη προσφυγή' αίτηση |
transp. | εφαρμογή φρένων; πέδηση |
| |||
συμπληρωματική; συμπληρωματικό | |||
συμπληρωματικός |
complementary : 94 phrases in 28 subjects |