coding | |
med. | κωδίκευση; κωδικεύων; κωδικοποιός; κωδικοποίηση |
computer program | |
comp., MS | πρόγραμμα υπολογιστή |
IT | πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή |
| |||
κωδίκευση f; κωδικεύων; κωδικοποιός | |||
| |||
κωδικοποίηση | |||
English thesaurus | |||
| |||
cdg; cod |
coding : 182 phrases in 19 subjects |