circulation | |
fish.farm. | κυκλοφορία αίματος |
med. | κυκλοφορία |
loop | |
commun. | βρόχος |
comp., MS | βρόχος |
el. | βρόχος σύζευξης; κλειστό κύκλωμα |
industr. construct. | βοστρυχώνω |
IT tech. | δίκτυο βρόχων; δίκτυο δακτυλίων |
med. | βρόγχος; βρόχος |
| |||
κυκλοφορία αίματος | |||
κυκλοφορία f | |||
αριθμός αντιτύπων μιας έκδοσης; εύρος κυκλοφορίας μιας έκδοσης | |||
English thesaurus | |||
| |||
cir | |||
circ |
circulation : 259 phrases in 33 subjects |