centralized clock | |
IT | κεντρικός χρονιστής; κεντρικό ρολόι |
interface | |
agric. | τμήμα φλοιού μεταξύ δύο εντομών |
commun. IT | διεπαφή |
commun. IT el. | διεπικοινωνία; όριο διασυνδέσεως |
comp., MS | περιβάλλον εργασίας; διασύνδεση |
earth.sc. | διαχωριστική επιφάνεια |
earth.sc. el. | ενδιάμεσο ηλεκτρικής σύνδεσης |
met. | διεπιφάνεια; επιφάνεια επαφής |
| |||
κεντρικός χρονιστής; κεντρικό ρολόι |
centralized-clock : 4 phrases in 2 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 3 |