call processing manager | |
commun. el. | διαχειριστής επεξεργασίας κλήσεων |
extension | |
commun. | δευτερεύουσα τηλεφωνική εγκατάσταση; δευτερεύουσα τηλεφωνική σύνδεση; εσωτερικό τηλέφωνο |
comp., MS | επέκταση |
earth.sc. construct. | προέκταση |
IT el. | στιγμιαία κατάσταση βάσης δεδομένων |
med. | διαστολή; επιμήκυνση; διεύρυνση; έκταση |
| |||
διαχειριστής επεξεργασίας κλήσεων |
call processing manager : 2 phrases in 1 subject |
Communications | 2 |