biometric abbr. | |
immigr. dat.proc. tech. | βιομετρικό αναγνωριστικό στοιχείο; βιομετρικό στοιχείο; βιομετρικό χαρακτηριστικό |
-function abbr. | |
IT | λειτουργία |
function abbr. | |
gen. | λειτουργώ |
comp., MS | λειτουργία; συνάρτηση |
IT | συνάρτηση; συναρτησιακή διαδικασία |
med. | λειτουργία; λειτουργώ λειτούργησα; έργο |
| |||
βιομετρικό αναγνωριστικό στοιχείο; βιομετρικό στοιχείο; βιομετρικό χαρακτηριστικό |
biometric : 43 phrases in 8 subjects |
Data processing | 12 |
Immigration and citizenship | 10 |
Information technology | 4 |
Law | 3 |
Medical | 6 |
Microsoft | 5 |
Natural sciences | 2 |
Statistics | 1 |