automatic identification | |
commun. | αυτόματη αναγνώριση |
by | |
gen. | διά; μέσω; από |
the | |
gen. | ή |
terminal | |
gen. | πόλος; τέρμα,αφετηρία,σταθμός; τερματικό; ακροδέκτης |
med. | ακραίος; ληκτικός; τελικός |
nat.sc. agric. | ακραίο μερίστωμα; σημαίο ανάπτυξης |
stat. el. | ακροδέκτης |
| |||
αυτόματη αναγνώριση | |||
English thesaurus | |||
| |||
AI |