automate | |
IT | αυτοματοποιώ |
design | |
construct. | σχεδίαση |
earth.sc. el. | υπολογισμός; υπολογισμός σχεδίασης |
el. construct. | έργο; μελέτη; μελέτη οδού; πρόγραμμα; σχέδιο; σχεδιασμός |
environ. | σχέδιο |
tool | |
comp., MS | εργαλείο |
mech.eng. | μικροεργαλείο; εργαλειομηχανή; εργαλείο πλάνισης; οδοντωτός κανόνας πλάνισης με κύλιση; κατεργάζομαι; επεξεργάζομαι |
nat.sc. earth.sc. mech.eng. | εργαλείο |
tools | |
industr. construct. met. | εργαλεία υαλουργού |
| |||
αυτοματοποιώ |
automated : 115 phrases in 15 subjects |