assistance | |
med. | παροχή βοήθειας |
social.sc. | βοήθεια; συνδρομή |
code | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
παροχή βοήθειας | |||
βοήθεια f; συνδρομή f | |||
παροχή συνδρομής |
assistance : 473 phrases in 44 subjects |