arbitrage | |
econ. | οικονομική πρόκριση συναλλαγής |
fin. | ασκώ εξισορροπητική κερδοσκοπία |
| |||
οικονομική πρόκριση συναλλαγής | |||
εξισορροπητική κερδοσκοπία; πρόκριση συναλλαγών; αρμπιτράζ | |||
| |||
ασκώ εξισορροπητική κερδοσκοπία |
arbitrage : 41 phrases in 2 subjects |
Economics | 3 |
Finances | 38 |