any | |
gen. | καθόλου; οποιαδήποτε; οποιοδήποτε; οποιοσδήποτε |
financial | |
gen. | οικονομική; οικονομικό; οικονομικός |
consequence | |
gen. | συνέπεια |
from | |
gen. | από |
the | |
gen. | ή |
implementation | |
gen. | απολογισμός εφαρμογής |
commun. IT energ.ind. | μεταφορά σε εθνικό επίπεδο; μεταφορά σε εθνικό επίπεδο ενός ευρωπαϊκού προτύπου |
environ. | Εφαρμογή |
IT | υλοποίηση; υλοποίηση ενός συστήματος |
of | |
gen. | από |
this | |
gen. | αυτή; αυτό; αυτός |
-protocol | |
commun. | πρωτόκολλο |
IT | πρωτόκολλο; πρωτόκολλο Ν; πρωτόκολλο |
Protocol | |
econ. | πρωτόκολλο |
protocol | |
environ. | πρωτόκολλο |
IT | πρωτόκολλο Ν |
| |||
καθόλου; οποιαδήποτε; οποιοδήποτε; οποιοσδήποτε | |||
English thesaurus | |||
| |||
assign NYX routing |
any : 157 phrases in 26 subjects |