angular abbr. | |
med. | γωνιώδης; γωνιωτός |
deviation abbr. | |
mater.sc. | διαφορά |
math. | αποκλίνουν |
med. | εκτροπή; απόκλιση |
social.sc. | παρέκκλιση |
stat. | συστηματική απόκλιση; συστηματική μεταβολή; απόκλισις |
stat. fin. | διακύμανση |
transp. | διαδρομή με παράκαμψη |
| |||
γωνιώδης; γωνιωτός |
angular : 180 phrases in 23 subjects |